σφυγμούς

σφυγμούς
σφυγμός
throbbing of inflamed parts
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ισοταχής — ές (Α ἰσοταχής, ές) 1. αυτός που έχει ίση ταχύτητα με κάποιον άλλο 2. αυτός που διατηρεί σταθερή ταχύτητα αρχ. (για σφυγμούς) κανονικός. επίρρ... ισοταχώς (Α ἰσοταχῶς) με ίση ταχύτητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + ταχής (< τάχος «ταχύτητα»), πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • μακρόσφυκτος — μακρόσφυκτος, ον (Α) αυτός που έχει αραιούς σφυγμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο) * + σφυκτος (< σφύζω), πρβλ. ά σφυκτος] …   Dictionary of Greek

  • πολύσφυκτος — ον, Α πιθ. αυτός που έχει πολλούς σφυγμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + σφυκτος (< σφύζω), πρβλ. κακό σφυκτος] …   Dictionary of Greek

  • σφυγμώδης — ες / σφυγμώδης, ῶδες, ΝΑ [σφυγμός] νεοελλ. 1. αυτός που έχει πολλούς σφυγμούς 2. φρ. «σφυγμώδες κενοτόπιο» βιολ. ωσμωρυθμιστικό κυτταρικό οργανίδιο, με τη μορφή παλλόμενης κύστης, συνήθως σφαιρικής, που απαντά στα πρωτόζωα τού γλυκού νερού και σε …   Dictionary of Greek

  • Αιγίμιος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς και νομοθέτης των Δωριέων, την εποχή που αυτοί κατοικούσαν στη Θεσσαλία. Ήταν γιος του Δώρου, γενάρχη των Δωριέων. Οργάνωσε τους Δωριείς σε πολιτεία και το νομοθετικό του έργο ήταν τέτοιο, που εξυμνήθηκε αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • Λάικα — Το όνομα του πρώτου ζωντανού όντος (πιο συγκεκριμένα, θηλυκού σκύλου) που εκτοξεύτηκε στο Διάστημα με το διαστημόπλοιο Σπούτνικ 2, στις 3 Νοεμβρίου 1957. Η συμπεριφορά του σκύλου στη φάση της εκτόξευσης και της επιτάχυνσης, καθώς επίσης και στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”